Ανατριχίλα προκαλούν όσα αποκαλύπτει ο Guardian για το μαρτυρικό τέλος της 27χρονης δημοσιογράφου Βικτόρια Ρόσκινα από την Ουκρανία, που συνελήφθη στη Ζαπορίζια το καλοκαίρι του 2023 και κρατήθηκε στη Ρωσία.
Όταν η σορός της δημοσιογράφου από την Ουκρανία επιστράφηκε κατά την ανταλλαγή στις 14 Φεβρουαρίου, έλειπαν ο εγκέφαλος, τα μάτια και ο λάρυγγας, γεγονός που σημαίνει ότι η ακριβής αιτία θανάτου ενδέχεται να μην γίνει ποτέ γνωστή.
Ενδεικτικό της κατάστασης της σορού ήταν το γεγονός ότι δεν είχε καμία ένδειξη αν ανήκε σε άνδρα ή γυναίκα καθώς το μόνο που έφερε – σε αντίθεση με τις υπόλοιπες 757 σορούς και λείψανα που παραδόθηκαν εκείνη την ημέρα – ήταν η επιγραφή «NM SPAS 757» που στα ρωσικά σήμαινε «άγνωστος άνδρας» και «εκτεταμένη βλάβη στις στεφανιαίες αρτηρίες».
Κατά το δημοσίευμα του Guardian, η Ρόσκινα κρατήθηκε χωρίς κατηγορίες και χωρίς πρόσβαση σε δικηγόρο ενώ την περίοδο που έμεινε στα χέρια των Ρώσων η μόνη επαφή της με τον έξω κόσμο ήταν ένα τηλεφώνημα 4 λεπτών στους γονείς της.
Όπως σημειώνεται, μάλιστα, έχει ξεκινήσει έρευνα για εγκλήματα πολέμου με σκοπό τη δίωξη των υπευθύνων για τον θάνατο της δημοσιογράφου.
«Της έκαναν ηλεκτροσόκ, είχε μαχαιριές»
Οι πληροφορίες για τους τελευταίους μήνες της ζωής της συγκεντρώθηκαν χάρη σε περισσότερες από 50 συνεντεύξεις με επιζώντες από κράτηση σε ρωσικές φυλακές καθώς και με τις οικογένειες ορισμένων από τους κρατούμενους. Πληροφορίες έδωσαν επίσης νομικοί στη Ρωσία και την κατεχόμενη Ουκρανία καθώς και σωφρονιστικοί υπάλληλοι που παραιτήθηκαν από την υπηρεσία τους, συγκλονισμένοι από όσα είχαν δει.
Μία από τις μάρτυρες ήταν η συγκρατούμενή της, η οποία αφέθηκε ελεύθερη τον περασμένο Σεπτέμβριο και κατέγραψε την κατάθεσή της σε βίντεο για τον εισαγγελέα.
Όπως κατέθεσε η γυναίκα, το σώμα της δημοσιογράφου από την Ουκρανία ήταν γεμάτο μώλωπες. «Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, της έκαναν ηλεκτροσόκ… Της έκαναν μαχαιριές – τις είδα: σίγουρα στο χέρι, στο πόδι… Φρέσκο σημάδι από μαχαίρι – στον πήχη, στον μαλακό ιστό μεταξύ του καρπού και του αγκώνα. Ένα σημάδι περίπου 3 εκατοστών. Είπε ότι ένας τύπος, τον αποκάλεσε “μαλ@”, ήταν βίαιος, τρελός. Στο πόδι της, πάνω από τη φτέρνα – το είδα κι αυτό, ένα τραύμα 5 εκατοστών. Μου είπε “τους ικέτευσα να μην αγγίξουν το τραύμα”».
Προς το τέλος του 2023, η Ρόσκινα ενημερώθηκε από έναν αξιωματικό της FSB, τον οποίο ονόμασε ως Μαξίμ Μορόζ, ότι θα μεταφερόταν σε άλλη φυλακή και της υποσχέθηκε καλύτερη μεταχείριση εκεί.
Σύμφωνα με μάρτυρες, μεταφέρθηκε μόνη της, με τζιπ και κρατήθηκε σε ένα κέντρο προφυλάκισης.
«Έφτασε ήδη γεμάτη άγνωστα φάρμακα», είπε ένας δεύτερος κρατούμενος που τη συνάντησε εκεί.
«Έφτασε και ουσιαστικά άρχισε να τρελαίνεται. Της μιλούσαμε, αλλά ήταν χαμένη μέσα στο μυαλό της, με τα μάτια τρομοκρατημένα», είπε η συγκρατούμενή της η οποία περιέγραψε ότι η Ρόσκινα ξάπλωνε «κουλουριασμένη σε εμβρυακή στάση στο πάτωμα» πίσω από μια κουρτίνα που έκρυβε την τουαλέτα, μακριά από τα βλέμματα των φρουρών.
Κατά τις μαρτυρίες είχε φτάσει τα 30 κιλά.
Ο στρατιώτης Γιεβγένι Μάρκεβιτς είπε ότι η 27χρονη «δεν ξεκίνησε επίσημα απεργία πείνας, απλά άρχισε να αρνείται το φαγητό. Αρχικά υποστήριξε ότι ήταν για θρησκευτικούς λόγους, νηστεία ή κάτι τέτοιο, και μετά άρχισε να λέει ότι δεν μπορούσε να φάει για λόγους υγείας».
Σύμφωνα με την κατάθεση της συγκρατούμενής της, τα πόδια της Ρόσκινα πρήστηκαν. Της πρόσφεραν χάπια για την καρδιά, αλλά φαίνεται ότι τα αρνήθηκε – όπως σημειώνει το βρετανικό μέσο – τα καρδιακά προβλήματα και η κατακράτηση υγρών στους ιστούς των ποδιών είναι συμπτώματα πείνας.
Τον Ιούνιο νοσηλεύτηκε για αρκετές εβδομάδες σε νοσοκομείο όπου, σύμφωνα με μάρτυρες, την παρακολουθούσαν έξι μασκοφόροι φρουροί οπλισμένοι με πολυβόλα στοιχείο που υποδηλώνει ότι η Μόσχα την θεωρούσε πολύτιμο διαπραγματευτικό χαρτί. Τον Ιούλιο, σύμφωνα με πληροφορίες, μεταφέρθηκε πίσω στη φυλακή με ορό καθώς φαίνεται ότι συνέχισε να αρνείται το φαγητό.
Τον Απρίλιο του 2024, η οικογένειά της έλαβε την πρώτη επίσημη επιβεβαίωση ότι ήταν ζωντανή, σε επιστολή του ρωσικού υπουργείου Άμυνας. Η επιστολή ανέφερε μόνο ότι «έχει συλληφθεί και βρίσκεται επί του παρόντος στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας».
Στα τέλη Αυγούστου, η Ρόσκινα έλαβε άδεια να τηλεφωνήσει στο σπίτι της. Οι Ουκρανοί διαπραγματευτές ενημέρωσαν τους γονείς της ότι είχε ξεκινήσει απεργία πείνας. Στο τηλεφώνημα που έγινε η 27χρονη μιλούσε στα ρωσικά. «Μου υποσχέθηκαν ότι θα γυρίσω σπίτι τον Σεπτέμβριο» είπε στους γονείς της και όταν ο πατέρας της την παρότρυνε να φάει εκείνη τους αποχαιρέτησε λέγοντας «λοιπόν, αυτό ήταν. Αντίο, αντίο. Μαμά, μπαμπά, σας αγαπώ».
Το τελευταίο ταξίδι της 27χρονης και η αφοσίωση στη δουλειά της
Η τελευταία φορά που έφυγε από την Ουκρανία ήταν στις 25 Ιουλίου 2023. Στις 14:09 εκείνης της ημέρας, το τηλέφωνό της συνδέθηκε με ένα πολωνικό δίκτυο κινητής τηλεφωνίας.
Η χαρτογράφηση του ταξιδιού της έδειξε ότι από την Πολωνία, ταξίδεψε μέσω της Λιθουανίας, βόρεια προς τη Λετονία. Μια φωτογραφία του διαβατηρίου της και της φόρμας εισόδου της σε ρωσικό έδαφος έδειξε ότι η 27χρονη μπήκε στη Ρωσία από τη Λετονία, με το πραγματικό της όνομα, μέσω του συνοριακού σταθμού Ludonka.
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 3 Αυγούστου, ο πατέρας της, Βολοντιμίρ, σήμανε συναγερμό όταν συνειδητοποίησε ότι η κόρη του είχε σταματήσει να συνδέεται στους λογαριασμούς της στα social media με τις πληροφορίες και τις μαρτυρίες που συγκέντρωσε να τον οδηγούν σε μια διαβόητη φυλακή στην παραθαλάσσια πόλη Ταγκανρόγκ της Ρωσίας.
Γνωστή στην οικογένειά της ως Βίκα, η Ρόσκινα μεγάλωσε στη σκιά του πολέμου. Ο πατέρας της ήταν βετεράνος του σοβιετικού πολέμου στο Αφγανιστάν και ήταν 17 ετών όταν η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία. Αυτή και η αδελφή της μεγάλωσαν στην ίδια πόλη με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Οι συνάδελφοί της την περιγράφουν ως αφοσιωμένη στη δουλειά της και αδιάλλακτη. «Δεν είχε άλλη ζωή εκτός από τη δουλειά της, δεν είχε φίλους, δεν είχε σύντροφο. Αλλά έκανε εξαιρετική δουλειά. Για εκείνη ήταν αποστολή», είπε η Σεβίλ Μουσάιεβα, αρχισυντάκτρια της Ukrainska Pravda. «Ήταν μια από τις πιο γενναίες δημοσιογράφους που γνώρισα στην καριέρα μου».
Για να προστατεύσει τις πηγές της, η 27χρονη χρησιμοποιούσε πολλά τηλέφωνα. Ρύθμιζε τα μηνύματά της να εξαφανίζονται και τα άρθρα της τα έγραφε σε αρχεία που επίσης αυτοδιαγράφονταν.
Η πρώτη της «επαφή» με τις ρωσικές αρχές έγινε τον Μάρτιο του 2022, ενώ έκανε ρεπορτάζ από την κατεχόμενη πόλη Μπερντιάνσκ.
Τότε αιχμαλωτίστηκε από έναν στρατιώτη και παραδόθηκε σε πράκτορες της Ρωσικής Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας (FSB), όπου την ανάγκασαν να ηχογραφήσει ένα προπαγανδιστικό βίντεο και την άφησαν ελεύθερη λίγες μέρες αργότερα, μετά από δημόσια κατακραυγή.
Όταν επέστρεψε στην Ουκρανία, οι συνάδελφοί της την προέτρεψαν να ξεκουραστεί και να κάνει ψυχοθεραπεία.
Ωστόσο, εκείνη συνέχισε να διασχίζει τη γραμμή του μετώπου. Αποκάλυψε τις συνθήκες φόβου κάτω από τις οποίες λειτουργούσαν οι εργαζόμενοι που κρατούσαν σε λειτουργία τον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια και ερεύνησε τη δολοφονία δύο 16χρονων αγοριών που τόλμησαν να αντιταχθούν στους Ρώσους
Στο τελευταίο της ταξίδι φέρεται να έψαχνε για την τοποθεσία μυστικών κέντρων, υπογείων ή βιομηχανικών κτιρίων όπου ρωσικοί πράκτορες ασφαλείας χρησιμοποιούσαν συστηματικά βασανιστήρια για να ανακρίνουν πολίτες ή να τους εξαναγκάσουν σε ψευδείς ομολογίες ενώ καταρτίζε μια λίστα με τους υπεύθυνους πράκτορες της FSB.
ΠΗΓΗ newsit.gr